Αφού έχασε τη γυναίκα με την οποία πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, ο Τζιντόλ έπαψε να είναι ο ευτυχισμένος, ξέγνοιαστος σκύλος που όλοι γνώριζαν. Τώρα περνάει όλες τις μέρες του αναζητώντας τον νεκρό κηδεμόνα του.
Ο Τζίντολ είναι ηλικιωμένος και πιθανότατα θα περάσει τα τελευταία του χρόνια αναζητώντας το άτομο που τον φροντίζει από τότε που ήταν κουτάβι. Δεν είναι περίεργο που τώρα αισθάνεται χαμένος και έχει χάσει κάθε ερέθισμα.
Οι γείτονες είπαν σε τοπική εφημερίδα ότι όταν η ηλικιωμένη κυρία μεταφέρθηκε εσπευσμένα στο νοσοκομείο, ο πιστός σκύλος την ακολούθησε. Η Τζίντολ περίμενε πολύ καιρό για να βγει η φίλη του για να πάνε σπίτι μαζί. Αυτό όμως δεν συνέβη.
Ο Τζιντόλ συνεχίζει να φεύγει μακριά από το σπίτι για να αναζητήσει τον νεκρό κηδεμόνα του.
Ορισμένα μέλη της οικογένειας της γυναίκας είπαν ότι όταν γινόταν η νεκρώσιμη ακολουθία, το ηλικιωμένο σκυλί ήταν δίπλα στο φέρετρό της, κλαίγοντας πικρά.
Μετά από μερικές ημέρες από το τελευταίο αντίο στον κηδεμόνα του, ο Τζιντόλ άρχισε να βγαίνει όλο και πιο συχνά, μένοντας στο δρόμο ακόμη και τη νύχτα, στη βροχή.
Σε εκείνο το σημείο η οικογένειά του αποφάσισε να κλείσει την πύλη για να τον κρατήσει ασφαλή, αλλά κάθε φορά ο Τζιντόλ έβρισκε έναν τρόπο διαφυγής. Δεν μπορούσαν καν να τον κρατήσουν στο σπίτι καθώς το μεγάλο σκυλί συνέχιζε να καταστρέφει την εξώπορτα για να βγει.
Λόγω της ιδιαίτερης ιστορίας του, όλοι στη γειτονιά το γνωρίζουν. Η Τζίντολ δεν άφησε ποτέ την ανθρώπινη φίλη της μόνη. Τους δυο τους τους έχουν δει τόσες φορές μαζί που πλέον κανείς δεν μπορεί να συνηθίσει να τον βλέπει μόνο του στους ίδιους δρόμους που ταξίδευε χρόνια και χρόνια μαζί της.
Ο ηλικιωμένος σκύλος συνεχίζει να περνά μπροστά από τα διάφορα μαγαζιά που πήγαινε με την κηδεμόνα του και τα σπίτια των ανθρώπων που σύχναζε. Μερικές φορές μπαίνει ακόμη και μέσα, αναζητώντας τον αγαπημένο κηδεμόνα του. Τελικά φεύγει, χωρίς όμως να εγκαταλείψει την έρευνά του. Προς το βράδυ ο Τζίντολ πηγαίνει στο πάρκο της πόλης, όπως συνήθιζε. Δυστυχώς, ούτε εκεί θα το βρει ποτέ.